Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ

Το βασικό ερώτημα που γεννάται σ' ένα μελετητή της Δημοτικής Μουσικής είναι ακριβώς η ετυμολογία και η ερμηνεία του όρου.
Στο "Διεθνές Συνέδριο για τη Μουσική του Λαού" που έγινε το 1955 στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας δόθηκε ο εξής ορισμός: "Δημοτική μουσική είναι το προϊόν μιας μουσικής παράδοσης που εξελίχθηκε μέσα από προφορικές διαδικασίες".
Οι παράγοντες που συνιστούν αυτή την παράδοση είναι:
α) η αδιάκοπη συνέχεια που ενώνει το παρόν με το παρελθόν.
β) Οι παραλλαγές που ξεπηδούν από τη δημιουργική φαντασία του ατόμου ή της ομάδας.
γ) Η επιλογή από την ομάδα, που καθορίζει τον τύπο ή τους τύπους της μουσικής που επιβιώνει.
Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη μουσική εκείνη που συντέθηκε από κάποιο επώνυμο δημιουργό και στη συνέχεια πέρασε στην άγραφη ζωντανή παράδοση της κοινότητας.
Ο όρος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για γραπτές λαϊκές συνθέσεις που παραλήφθηκαν από την κοινότητα έτοιμες και παραμένουν αμετάβλητες.
Η μουσική αυτή, ως ακριβής ανάπλαση και αναδημιουργία, δεν θεωρείται δημοτική, παρά το γεγονός ότι η κοινότητα δίνει σ' αυτήν δημοτικό χαρακτήρα.
Γίνεται λοιπόν φανερό ότι σύμφωνα με τον παραπάνω ορισμό, η δημοτική μουσική δηλώνει τη μουσική του δήμου, δηλαδή του λαού. Είναι το είδος της μουσικής που δημιουργεί και συντηρεί ο κάθε λαός για να εξυπηρετήσει τις διάφορες ανάγκες του στην κοινωνική και πνευματική ζωή. Ειδικότερα η δημοτική μουσική καλλιεργείται κυρίως σε αγροτοκτηνοτροφικές περιοχές με περιορισμένη επικοινωνία και παραστάσεις από τον υπόλοιπο κόσμο.
Ένα άλλο στοιχείο που προκύπτει είναι ότι η δημοτική μουσική εξελίσσεται μέσα από προφορικές διαδικασίες. Είναι δηλαδή άγραφη και δημιουργείται, συντηρείται και μεταδίδεται από γενιά σε γενιά με την προφορική παράδοση. Αυτό σημαίνει ότι οι φορείς της, οι λαϊκοί καλλιτέχνες είναι απλοϊκοί άνθρωποι της υπαίθρου χωρίς μουσική κατάρτιση: και βέβαια γίνεται φανερός ο ρόλος αυτών των ανθρώπων όσον αφορά τη διάδοση και συντήρηση της δημοτικής μουσικής.
Ποιος όμως, είναι ο δημιουργός των δημοτικών τραγουδιών;
Από πολλούς εκφράζεται η άποψη ότι "είναι ο λαός". Όμως ο λαός ως σύνολο δεν μπορεί να συνθέσει τραγούδια.
Πως λοιπόν δημιουργούνται τα δημοτικά τραγούδια;
Ο γνωστός λαογράφος Νικόλαος Πολίτης είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικός σχετικά με το ερώτημα αυτό. Κατά την άποψη του κάθε δημοτικό τραγούδι στην αρχική του μορφή, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις, είναι προσωπική δημιουργία κάποιου προικισμένου λαϊκού καλλιτέχνη ο οποίος παράλληλα με τη στιχουργική του ικανότητα, διαθέτει ανεπτυγμένο και το μουσικό αίσθημα.
Σε μια στιγμή λοιπόν έξαρσης ο καλλιτέχνης αυτός δημιουργεί ένα τραγούδι το οποίο επενδύει με μια μελωδία είτε δικής του έμπνευσης, εφόσον διαθέτει μουσικό ταλέντο, είτε δανεισμένης από κάποιο άλλο γνωστό δημοτικό τραγούδι.
Τα υλικά σύνθεσης του νέου τραγουδιού (φόρμουλες, μέτρο, στιχουργικές μορφές, κλπ) ο πρώτος δημιουργός τα παίρνει από το "εθνικό ταμείο" των παραστάσεων, των γνώσεων και των εμπειριών.
Έτσι το νέο τραγούδι δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια ανασύνθεση γνωστών στοιχείων τα οποία διασκευάζει και εμπλουτίζει στο βαθμό που του επιτρέπουν οι πνευματικές δυνάμεις του.
Κατά τη δημόσια εκτέλεση του τραγουδιού, κάποιος από το ακροατήριο, που αισθάνεται ότι το τραγούδι εκφράζει και τα δικά του συναισθήματα, το απομνημονεύει και το επαναλαμβάνει όπως ακριβώς είναι ή κάνοντας μικρές μόνο αλλαγές.
Με τον καιρό το όνομα του πρώτου δημιουργού, ο οποίος συνέθεσε το τραγούδι όχι για την προσωπική του προβολή αλλά απλώς και μόνο για να εκφράσει τα ψυχικά του συναισθήματα, ξεχνιέται εντελώς και το τραγούδι μεταδιδόμενο από στόμα σε στόμα, αρχίζει να κυκλοφορεί ελεύθερα και γίνεται κοινό κτήμα. Και περνώντας από μια συνεχή επεξεργασία καταλήγει στην οριστική του μορφή.
Αφού λοιπόν έγινε γνωστό το πως παράγεται και διαδίδεται ένα δημοτικό τραγούδι, το άλλο πρόβλημα που χρειάζεται ν' αντιμετωπιστεί είναι ο προσδιορισμός των αρχών του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού. Υπάρχουν βέβαια μερικά τραγούδια όπως τα ιστορικά, που παρέχουν βάσιμες ενδείξεις για τον τόπο και το χρόνο δημιουργίας τους. Για τα περισσότερα τραγούδια όμως κάθε προσπάθεια χρονολόγησης τους είναι πάρα πολύ δύσκολη.
Το θέμα αυτό απασχόλησε τον πρώτο εκδότη ελληνικών δημοτικών τραγουδιών, το γάλλο φιλέλληνα Κλαύδιο - Κάρολο Φωριέλ. Στις αρχές του περασμένου αιώνα ο Φωριέλ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα τραγούδια της συλλογής του ανήκουν στα τέλη του 16ου και αρχές του 17ου αιώνα.
Από την παρατήρηση ότι αρκετά δημοτικά τραγούδια βρίσκονται συγχωνευμένα σε μυθιστορήματα της υστεροβυζαντινής περιόδου, μεταθέτει τις αρχές της Ελληνικής δημοτικής ποίησης στον 11ο αιώνα και έπειτα στον 8ο αιώνα όπου για πρώτη φορά αναφέρονται οι λέξεις "τραγούδι" και "τραγουδώ" με τη σημερινή τους έννοια και καταλήγει λέγοντας ότι:
"εκείνο για το οποίο είμαι πεπεισμένος και θα ήθελα να μπορούσα ν' αποδείξω είναι ότι η δημοτική ποίηση της σύγχρονης Ελλάδας δεν δημιουργήθηκε, ούτε κατά τη σημερινή εποχή, ούτε κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη εποχή κατά την οποία θα μπορούσαμε να τοποθετήσουμε την αρχή της. Αλλά δεν μπορεί παρά να είναι μία συνέχεια, μία εξακολούθηση, μία αργή και βαθμιαία μεταβολή της αρχαίας ποίησης των Ελλήνων".
Η άποψη αυτή του Φωριέλ, αν και ορθή ως προς τις γενικές της αρχές, δεν μπορούσε στην εποχή του να στηριχθεί επαρκώς γιατί το αποδεικτικό υλικό που είχε στη διάθεσή του ήταν περιορισμένο. Από τις έρευνες άλλων σπουδαίων λαογράφων, όπως των Νικ. Πολίτη, Στυλ. Κυριακίδη, Γ. Μέγα, Γ. Σπυριδάκη, αποδείχθηκε ότι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν πολλά λαϊκά τραγούδια που συνήθιζαν να τραγουδούν στην εργασία, τις γιορτές και τις κάθε λογής λαϊκές εκδηλώσεις τους. (0 Ιμαίος, το τραγούδι των μυλωνάδων, ο αίλινος, το τραγούδι του αργαλειού, ο ίουλος, το τραγούδι του θέρου, το επιλήνιον, το τραγούδι κατά το πάτημα των σταφυλιών στο ληνόν = πατητήρι, ο βουκολιασμός, το τραγούδι των βοσκών, κλπ).
Από τα τραγούδια αυτά ελάχιστα διασώθηκαν. Επίσης ως αξιόλογα στοιχεία που αποδεικνύουν τη σχέση με την αρχαιότητα, ο Στ. Κυριακίδης θεωρεί τα εξής:
1) Τις λέξεις "τραγούδι", "παραλογή" και "καταλόγι". Η λέξη "τραγούδι" προέρχεται από τη λέξη "τραγωδία" η οποία ήδη από τον 10ο αιώνα μ.Χ. είχε λάβει τη σημασία του άσματος (τραγουδιού) ενώ η λέξη "παραλογή" ετυμολογείται πιθανότατα από την "παρακαταλογή" που δήλωνε είδος μελοδραματικής απαγγελίας. Η λέξη "καταλόγι" που σήμερα κατά περιοχές έχει διάφορες σημασίες όπως λ.χ. μοιρολόι, δίστιχο, "παροιμία", προέρχεται από την αρχαία λέξη "καταλογή" (ρήμα = καταλέγω) που σήμαινε αφήγηση, τραγούδι, μελωδική απαγγελία.
2) Τις υποθέσεις μερικών τραγουδιών των οποίων ο πυρήνας θυμίζει αρχαίους μύθους συνηθισμένους στο θέατρο. Έτσι λ.χ. το θέμα του τραγουδιού "0 γυρισμός του ξενιτεμένου" που είναι διαδεδομένο στην ποίηση των ευρωπαϊκών λαών, έχει σχέση με το επεισόδιο της αναγνώρισης του Οδυσσέα από την Πηνελόπη.
3) Τη χρησιμοποίηση του δεκαπεντασύλλαβου ιαμβικού στίχου.
Επίσης, η μελωδία των δημοτικών τραγουδιών σε πολλές περιπτώσεις παραμένει αμετάβλητη στο πέρασμα του χρόνου, παρ' όλο που τα κείμενα αλλοιώνονται ή δέχονται επιρροές.
Η σύνθεση νέων μελωδιών δεν είναι εύκολη υπόθεση και γι' αυτό ο λαός συντηρεί τις παλιές μελωδίες και τις χρησιμοποιεί σε νέα τραγούδια. Πάνω στη μελωδία λ.χ. του ριζίτικου κρητικού τραγουδιού "0 Διγενής Ψυχομαχεί κι η γης τον ετρομάσσει", τραγουδιούνται περισσότερα από πενήντα ριζίτικα τραγούδια διαφόρων εποχών.
Ωστόσο αυτό δε σημαίνει κατ' ανάγκη ότι όλες οι μελωδίες των δημοτικών τραγουδιών διατηρήθηκαν αμετάβλητες στο πέρασμα των αιώνων, ούτε ότι όλες έχουν αρχαία προέλευση. Γίνεται λοιπόν φανερό ότι η ανίχνευση των αρχών της ελληνικής δημοτικής μουσικής, παρουσιάζει μεγάλες δυσκολίες και δεν μπορεί αποδειχθεί με βεβαιότητα η σχέση της με την αρχαία και βυζαντινή μουσική.
Αλλά η επιμονή με την οποία ο ελληνικός λαός διατήρησε για χιλιάδες χρόνια τη γλώσσα, τα έθιμα και τις δοξασίες του σε συνδυασμό με τις επιστημονικές, λαογραφικές μελέτες, ενισχύουν την άποψη ότι στον πυρήνα της ελληνικής δημοτικής μουσικής επιβιώνουν αρκετά στοιχεία παλαιοτέρων εποχών.
(Το κείμενο στηρίχθηκε κατά βάση στις πανεπιστημιακές παραδόσεις του καθηγητή της Μουσικολογίας κ. Γεωργίου Αμαργιανάκη στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης (Άνοιξη 1990).

0 Responses to “Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ”

Δημοσίευση σχολίου